Λέξη: φύλλο
Σχετικές λέξεις: φύλλο
φύλλο εφημερίδας κυβερνήσεως, φύλλο μερισμού, φύλλο πορείας, φύλλο για πίτα, φύλλο χαλκού, φύλλο κουρού, φύλλο εργασίας, φύλλο κρούστας, φύλλο σιλικόνης, φύλλο συκής, τυρόπιτα, τυρόπιτα χωρίς φύλλο, τυρόπιτα με φύλλο, κολοκυθόπιτα
Συνώνυμα: φύλλο
πτυχή, καπλαμάς, κόντρα πλακέ, έλασμα, λέπιο
Μεταφράσεις: φύλλο
φύλλο στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
leaf, ply, sheet, sheet of, foil
φύλλο στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
follaje, hoja, la hoja, hoja de, hojas, de hoja
φύλλο στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
blätter, laubwerk, blatt, türflügel, flügel, laub, Blatt, leaf, Blattes
φύλλο στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
feuille, rallonge, lame, feuillage, bulletin, feuilles, leaf, la feuille, feuille de
φύλλο στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
foglio, foglia, fogliame, foglia di, leaf, del foglio
φύλλο στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
folha, reconduzir, folhas, folhagem, folha de, da folha, foliar
φύλλο στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vel, blad, gebladerte, leaf, bladeren, blad van, Het blad
φύλλο στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
противень, полотнище, письмо, страница, половинка, лист, листок, створка, листик, листва, листьев, листа, листья, листовой
φύλλο στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
blad, leaf, bladet
φύλλο στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lövverk, löv, blad, leaf
φύλλο στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lehti, lehdistö, lehdet, havupuun neulanen, lehtiä, leaf, lehtien, lehden
φύλλο στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
blade, blad, leaf, i blade, bladet
φύλλο στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lupen, plíšek, list, leaf, listí, křídlo
φύλλο στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
lista, karta, kartka, listek, folia, liść, skrzydło, liści, leaf
φύλλο στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
asztallap, fólia, fémfüst, levél növényen, levél, levelet, leveles, leaf
φύλλο στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yaprak, yaprağı, yapraklı, leaf, kanat
φύλλο στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лист, аркуш, листок, списку
φύλλο στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjethe, fletë, gjeth, fletë të, gjethet e
φύλλο στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лист, листо, листа, на листа, листен
φύλλο στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лiст, ліст, аркуш
φύλλο στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
leht, leht-, lehed, leaf, lehtede
φύλλο στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
list, krilo, listati, lista, leaf, lišća, listova
φύλλο στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
blað, blaðka, blaða, lauf, blaða í, Leaf, blöðum
φύλλο στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
folium
φύλλο στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lapas, lapija, lakštas, lapai, lapų, leaf, varčia
φύλλο στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lapa, lapotne, lapu, lapas, leaf
φύλλο στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лист, листови, листот, лист на, лисјата
φύλλο στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
foaie, frunziş, frunze, frunze de, frunză, frunza, de frunze
φύλλο στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
list, leaf, listov, krilo, listna, listih
φύλλο στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
lupeň, list, údajov, hárok, denník
Στατιστικά δημοτικότητας: φύλλο
Τυχαίες λέξεις