Pecsét στα ελληνικά
Μετάφραση: pecsét, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπυρί, βούλα, μέρος, εντοπίζω, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
Μεταφράσεις
- kamat στα ελληνικά - ενδιαφέρον, επιτόκιο, τόκος, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
- könyvvizsgálat στα ελληνικά - ελέγχω, έλεγχος, ελέγχου, λογιστικού ελέγχου, ελεγκτικών, του ελέγχου
- megfizethetetlen στα ελληνικά - ανεκτίμητος, ανεκτίμητη, ανεκτίμητο, ανεκτίμητα, ανεκτίμητης αξίας
- megállapodott στα ελληνικά - σταθερός, συμφωνηθεί, συμφώνησαν, συμφωνήθηκε, συμφωνήθηκαν, συμφώνησε
Τυχαίες λέξεις
Pecsét στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπυρί, βούλα, μέρος, εντοπίζω, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
Μεταφράσεις: σπυρί, βούλα, μέρος, εντοπίζω, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης