Βούλα στα ουγγρικά

Μετάφραση: βούλα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vízzárás, bika, pecsét, fóka, bulla, padlóbevonat, petty, pont, dot, képpontos, ponttal, pontot
Βούλα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βούλα

βούλα πατουλίδου, βούλα πατουλίδου χρυσή αυγή, βούλα παπαχρήστου, βούλα παπαϊωάννου, βούλα σαββίδη, βούλα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βούλα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • βουρτσίζω στα ουγγρικά - partvis, csalit, kefe, ecset, ecsettel, kefével, ecsetet
  • βουτώ στα ουγγρικά - becsípés, bemártás, zuhanás, megmártózás, vízbemerülés, lopás, fejesugrás, ...
  • βούληση στα ουγγρικά - akarás, akarat, lesz, fog, majd, fogja
  • βούρτσα στα ουγγρικά - partvis, csalit, kefe, ecset, ecsettel, kefével, ecsetet
Τυχαίες λέξεις
Βούλα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vízzárás, bika, pecsét, fóka, bulla, padlóbevonat, petty, pont, dot, képpontos, ponttal, pontot