Szubvenció στα ελληνικά
Μετάφραση: szubvenció, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιδότηση, επιχορήγηση, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bekötött στα ελληνικά - δεμένος, όριο, δεσμευμένο, δεσμευμένου, δεσμευμένη, συνδεδεμένου
- hajbalzsam στα ελληνικά - μαλακτικό, conditioner, Μαλακτική, Μαλλιών, Σαμπουάν
- megmarkolás στα ελληνικά - κράτημα, λαβή, πιάνω, αρπακτικός, πιάνοντας, πιάσει, να πιάσει, ...
- muskéta στα ελληνικά - τουφέκι, μουσκέτο, μουσκέτων, μουσκέτα, των μουσκέτων
Τυχαίες λέξεις
Szubvenció στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιδότηση, επιχορήγηση, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί
Μεταφράσεις: επιδότηση, επιχορήγηση, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί