Tartóztatás στα ελληνικά
Μετάφραση: tartóztatás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μένω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- botlás στα ελληνικά - φτιάξιμο, λάθος, παραπάτημα, ολίσθημα, σκοντάψει, σκοντάφτουν, παραπατώντας
- cölöpépítmény στα ελληνικά - μόλος, αποβάθρα, πασσαλόπηκτο
- gyámoszlop στα ελληνικά - μόλος, αποβάθρα, στήλη, στήλης, της στήλης, κολόνα
- macskaféle στα ελληνικά - αιλουροειδής, αιλουροειδών, γάτας, της γάτας, αιλουροειδούς
Τυχαίες λέξεις
Tartóztatás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μένω
Μεταφράσεις: μένω