Tempó στα ελληνικά

Μετάφραση: tempó, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζήλος, ρυθμός, ταχύτητα, ρυθμό, tempo, τέμπο
Tempó στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bonctani στα ελληνικά - ανατομικός, ανατομική, ανατομικές, ανατομικά, ανατομικών
  • huligán στα ελληνικά - σκληρός, πρόχειρος, τραχύς, χαμίνι, χούλιγκαν, hooligan, Οξύθυμος Μυϊκή, ...
  • impresszárió στα ελληνικά - επιχειρηματίας, διευθυντής θέατρου, ιμπρεσάριος, θιασάρχη, ατζέντης, ιμπρεσάριο
  • kiagyalt στα ελληνικά - σκηνοθετημένη, τεχνητή, επινοημένη, τεχνητής, πλασματική
Τυχαίες λέξεις
Tempó στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζήλος, ρυθμός, ταχύτητα, ρυθμό, tempo, τέμπο