Асесор στα ελληνικά
Μετάφραση: асесор, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτιμητής, αξιολογητή, βαθμολογητή, αξιολογητής, βαθμολογητής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ас στα ελληνικά - al, Αλ, Το Al, αϊ, ΑΙ
- асамблея στα ελληνικά - συνέλευση, ομήγυρη, συγκρότημα, συναρμολόγηση, συναρμολόγησης, συγκροτήματος
- асигнація στα ελληνικά - διανομή, ανάθεση, ραντεβού, διορισμός, εκχώρηση, μεταβιβαση
- асигнування στα ελληνικά - σφετερισμός, διανομή, ανάθεση, κατανομή, κατανομής, χορήγηση, διάθεση, ...
Τυχαίες λέξεις
Асесор στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτιμητής, αξιολογητή, βαθμολογητή, αξιολογητής, βαθμολογητής
Μεταφράσεις: εκτιμητής, αξιολογητή, βαθμολογητή, αξιολογητής, βαθμολογητής