Банан στα ελληνικά
Μετάφραση: банан, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπανάνα, μπανάνας, της μπανάνας, μπανανών, μπανάνες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- банальний στα ελληνικά - κοινός, ασήμαντος, τετριμμένος, κοινότυπος, κοινότυπο, μπανάλ, κοινότοπο, ...
- банальність στα ελληνικά - κοινός, πεζότητα, κοινοτοπία, κοινοτυπία, κοινοτυπίας, κοινοτοπίας, της κοινοτοπίας
- банда στα ελληνικά - ταινία, συμμορία, συμμορίας, συμμοριών, παρέα, της συμμορίας
- бандит στα ελληνικά - γορίλα, τραμπούκος, ληστής, ληστή, bandit, ληστών, ληστρικές
Τυχαίες λέξεις
Банан στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπανάνα, μπανάνας, της μπανάνας, μπανανών, μπανάνες
Μεταφράσεις: μπανάνα, μπανάνας, της μπανάνας, μπανανών, μπανάνες