Безстроковий στα ελληνικά

Μετάφραση: безстроковий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόνιμος, αέναος, διαρκής, αέναη, διαρκές, αόριστης διάρκειας
Безстроковий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безсторонність στα ελληνικά - ευθυδικία, αμεροληψία, αμεροληψίας, την αμεροληψία, της αμεροληψίας, η αμεροληψία
  • безстрашно στα ελληνικά - άφοβα, χωρίς φόβο, fearlessly, ατρόμητα, άφοβα την
  • безсумнівний στα ελληνικά - ερωτηματολόγιο, αναμφίβολα, αναμφισβήτητα, χωρίς αμφιβολία, αναμφιβόλως
  • безсумнівно στα ελληνικά - αναμφίβολος, ασφαλώς, βεβαίως, σίγουρα, σταθερά, οπωσδήποτε
Τυχαίες λέξεις
Безстроковий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόνιμος, αέναος, διαρκής, αέναη, διαρκές, αόριστης διάρκειας