Μόνιμος στα ουκρανικά

Μετάφραση: μόνιμος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
залишковий, безстроковий, довгостроковий, сталий, резиденція, постійний, постійна, постійне
Μόνιμος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μόνιμος

μόνιμος κάτοικος- το κορίτσι, μόνιμος μηχανισμός κινητικότητας, μόνιμος κάτοικος- σε είδα, μόνιμος κάτοικος feat.ειρήνη σταματάκη - η φωνή, μόνιμος κάτοικος feat. πάνος γουργιώτης - όνειρο στιχοι, μόνιμος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μόνιμος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μόλυνση στα ουκρανικά - псування, плюндрування, контамінація, заразити, заражати, осквернення, інфекція
  • μόνιμα στα ουκρανικά - постійно, завжди, що постійно
  • μόνο στα ουκρανικά - тільки, лише
  • μόνος στα ουκρανικά - самотній, лондонець, виключно, одні, один, сам, самотність, ...
Τυχαίες λέξεις
Μόνιμος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: залишковий, безстроковий, довгостроковий, сталий, резиденція, постійний, постійна, постійне