Визначений στα ελληνικά

Μετάφραση: визначений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σίγουρος, ακριβώς, αυστηρός, οριστικός, σαφής, βέβαιος, καθορίζεται, προσδιορίζεται, καθοριστεί, προσδιορίζονται, προσδιοριστεί
Визначений στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • визнати στα ελληνικά - ομολογώ, αναγνωρίζω, αναγνώριση, διαβεβαιώνω, αναγνωρίζουν, αναγνωρίσει, αναγνωρίζει, ...
  • визначати στα ελληνικά - εγκαθίσταμαι, υπολογίζω, διέπω, ιθύνω, κανονίζω, καθορίζω, αποφασίζω, ...
  • визначення στα ελληνικά - ορισμός, συνάντηση, ραντεβού, διορισμός, προσδιορισμός, αποφασιστικότητα, καθορισμός, ...
  • визначено στα ελληνικά - οριστικά, ορίζεται, ορίζονται, που ορίζονται, καθορίζονται, καθορίζεται
Τυχαίες λέξεις
Визначений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σίγουρος, ακριβώς, αυστηρός, οριστικός, σαφής, βέβαιος, καθορίζεται, προσδιορίζεται, καθοριστεί, προσδιορίζονται, προσδιοριστεί