Випарник στα ελληνικά
Μετάφραση: випарник, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταψύκτης, εξατμιστή, εξατμιστήρα, εξάτμισης, εξατμιστής, εξατμιστήρας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- випалювати στα ελληνικά - έγκαυμα, κάψει, κάψετε, καίνε, καίγονται
- випар στα ελληνικά - εξάτμιση, εξάτμισης, εξατμίσεως, την εξάτμιση, η εξάτμιση
- випаровування στα ελληνικά - ατμός, αχνίζω, εξάτμιση, εξάτμισης, εξατμίσεως, την εξάτμιση, η εξάτμιση
- випаровуватися στα ελληνικά - εξατμίζομαι, εξάτμιση, εξατμιστεί, εξατμίζονται, εξατμισθεί, εξατμιστούν
Τυχαίες λέξεις
Випарник στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταψύκτης, εξατμιστή, εξατμιστήρα, εξάτμισης, εξατμιστής, εξατμιστήρας
Μεταφράσεις: καταψύκτης, εξατμιστή, εξατμιστήρα, εξάτμισης, εξατμιστής, εξατμιστήρας