Вогонь στα ελληνικά

Μετάφραση: вогонь, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυροβολώ, απολύω, πυρκαγιά, φωτιά, στοιχείο, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός
Вогонь στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вогняної στα ελληνικά - φλογερός, πύρινος, φλογερό, φλογερή, πύρινη
  • вогні στα ελληνικά - φώτα, τα φώτα, φώτων, λυχνίες, ανάβει
  • вода στα ελληνικά - στοιχείο, νερό, νερού, ύδατος, ύδωρ, υδάτων
  • водевілі στα ελληνικά - κάβα, βαριετέ, το βαριετέ, βαριόμαστε, βοντβίλ
Τυχαίες λέξεις
Вогонь στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυροβολώ, απολύω, πυρκαγιά, φωτιά, στοιχείο, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός