Володарство στα ελληνικά

Μετάφραση: володарство, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυριαρχία, volodarstvo
Володарство στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вологий στα ελληνικά - υγρός, υγραίνω, νωπός, υγρό, υγρή, υγρής, υγρά
  • вологість στα ελληνικά - υγρασία, υγρός, νωπός, υγρασίας, την υγρασία, της υγρασίας, η υγρασία
  • володарювання στα ελληνικά - κυριαρχία, κυριαρχίας, την κυριαρχία, της κυριαρχίας, εθνική κυριαρχία
  • володарі στα ελληνικά - ενδεχόμενος, πιθανότητα, τάση, Οι κάτοχοι, κάτοχοι, κατόχους, τους κατόχους, ...
Τυχαίες λέξεις
Володарство στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυριαρχία, volodarstvo