Віддати στα ελληνικά
Μετάφραση: віддати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδίνω, δίνω, πληρωμή, πληρώσει, καταβάλει, πληρώσουν, πληρώνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- віддання στα ελληνικά - χρήσιμος, χορήγηση, δίνοντας, βρει, να βρει, δίνει
- відданість στα ελληνικά - αφιέρωση, πίστη, προσήλωση, υπακοή, αφοσίωση, πίστης, την πίστη, ...
- віддача στα ελληνικά - χρήσιμος, παραγωγή, εξόδου, έξοδο, παραγωγής, έξοδος
- віддзеркалений στα ελληνικά - αντανακλάται, αντικατοπτρίζεται, αντικατοπτρίζονται, αντανακλώνται, αντανακλούσε
Τυχαίες λέξεις
Віддати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδίνω, δίνω, πληρωμή, πληρώσει, καταβάλει, πληρώσουν, πληρώνουν
Μεταφράσεις: παραδίνω, δίνω, πληρωμή, πληρώσει, καταβάλει, πληρώσουν, πληρώνουν