Відповідність στα ελληνικά

Μετάφραση: відповідність, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλληλογραφία, αλήθεια, σκοπιμότητα, συμμόρφωση, επάρκεια, συμμόρφωσης, σύμφωνα, πιστότητας, της συμμόρφωσης
Відповідність στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відповідник στα ελληνικά - αλήθεια, αλληλογραφία, αγώνας, ματς, αγώνα, παιχνίδι, αντιστοιχία
  • відповідно στα ελληνικά - αντίστοιχα, αντιστοίχως
  • відповідь στα ελληνικά - ευθύνη, απαντώ, απάντηση, απαντήσει, απαντήσουν, απαντήσετε, απαντήσω
  • відповісти στα ελληνικά - απάντηση, απαντώ, απαντήσει, απαντήσουν, απαντήσετε, απαντήσω
Τυχαίες λέξεις
Відповідність στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλληλογραφία, αλήθεια, σκοπιμότητα, συμμόρφωση, επάρκεια, συμμόρφωσης, σύμφωνα, πιστότητας, της συμμόρφωσης