Σκοπιμότητα στα ουκρανικά
Μετάφραση: σκοπιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
доцільність, доцільно, відповідність, слушність, можливість, змогу
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκοπιμότητα
σκοπιμότητα της ιδιωτικοποίησης, σκοπιμότητα λεξικό, σκοπιμότητα επιχειρηματικού σχεδίου, σκοπιμότητα ιδιωτικοποιήσεων, σκοπιμότητα έργου, σκοπιμότητα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σκοπιμότητα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σκοπεύω στα ουκρανικά - спрямувати, намір, спрямовувати, ціль, нестриманий, нездержливий, мета, ...
- σκοπιά στα ουκρανικά - перспектива, перспективу, перспективи
- σκοπός στα ουκρανικά - завдати, інтенсивно, намір, вартовий, причина, сенси, мета, ...
- σκορ στα ουκρανικά - перемагати, підстава, зараховувати, рахунок, гол
Τυχαίες λέξεις
Σκοπιμότητα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: доцільність, доцільно, відповідність, слушність, можливість, змогу
Μεταφράσεις: доцільність, доцільно, відповідність, слушність, можливість, змогу