Відпускати στα ελληνικά

Μετάφραση: відпускати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζωγραφίζω, επισύρω, έλκω, απολύω, τραβώ, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση
Відпускати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відправник στα ελληνικά - μεταδότης, διαβιβαστής, πομπός, αποστολέας, αποστολέα, τον αποστολέα, του αποστολέα
  • відпуск στα ελληνικά - ζωγραφιά, έκδοση, ζήτημα, τεύχος, θέμα, έκδοσης
  • відпускна στα ελληνικά - απελευθερώνω, affranchisement
  • відпустка στα ελληνικά - διακοπές, ζωγραφιά, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
Τυχαίες λέξεις
Відпускати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζωγραφίζω, επισύρω, έλκω, απολύω, τραβώ, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση