Відскік στα ελληνικά
Μετάφραση: відскік, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεμένος, αναπήδηση, ριμπάουντ, ανακάμψει, ανάκαμψη, ανακάμψουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- відскакувати στα ελληνικά - ανθεκτικός, αναπήδηση, ριμπάουντ, ανακάμψει, ανάκαμψη, ανακάμψουν
- відскоки στα ελληνικά - θυμάμαι, ριμπάουντ, αναπηδήσεις, ανακάμπτει, τα ριμπάουντ
- відсортувати στα ελληνικά - τακτοποιώ, ξεδιαλέγω, είδος, τύπος, συναναστρέφομαι, ταξινομώ, Ταξινόμηση, ...
- відсоток στα ελληνικά - ποσοστό, τόκος, ενδιαφέρον, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
Τυχαίες λέξεις
Відскік στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεμένος, αναπήδηση, ριμπάουντ, ανακάμψει, ανάκαμψη, ανακάμψουν
Μεταφράσεις: δεμένος, αναπήδηση, ριμπάουντ, ανακάμψει, ανάκαμψη, ανακάμψουν