Газовий στα ελληνικά

Μετάφραση: газовий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βενζίνη, αέριο, αεριώδης, αέρια, αέριων, αέριου, αέριες
Газовий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • газетярі στα ελληνικά - Newsboys
  • газова στα ελληνικά - βενζίνη, αέριο, αερίου, αερίων, φυσικού αερίου, φυσικό αέριο
  • газолін στα ελληνικά - βενζίνη, βενζίνης, της βενζίνης, τη βενζίνη, η βενζίνη
  • газом στα ελληνικά - πληθωριστικός, αέριο, αερίου, αερίων, φυσικού αερίου, φυσικό αέριο
Τυχαίες λέξεις
Газовий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βενζίνη, αέριο, αεριώδης, αέρια, αέριων, αέριου, αέριες