Βενζίνη στα ουκρανικά
Μετάφραση: βενζίνη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
газ, бензин, газова, газовий
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βενζίνη
βενζίνη στη βουλγαρία, βενζίνη super lrp, βενζίνη ονειροκρίτης, βενζίνη super, βενζίνη τιμή, βενζίνη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βενζίνη στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βελτιώνω στα ουκρανικά - поліпшувати, підсилювати, рефінансування, покращтеся, піднести, поліпшитися, поліпшити, ...
- βελόνα στα ουκρανικά - дротик, спиця, голка, шпиця, игла
- βεντάλια στα ουκρανικά - крило, обмахуватися, вентилятор, обмахувати, вентилятори
- βεντούζα στα ουκρανικά - сисунець, простак, присосок, застосування, використання, вживання
Τυχαίες λέξεις
Βενζίνη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: газ, бензин, газова, газовий
Μεταφράσεις: газ, бензин, газова, газовий