Гнутися στα ελληνικά

Μετάφραση: гнутися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γέρνω, σκύβω, καμπυλώνεται, στροφή, καμπύλη, καμπύλης, της καμπύλης, την καμπύλη, καμπύλη που
Гнутися στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гномічний στα ελληνικά - hnomichnyy
  • гнути στα ελληνικά - στροφή, καμπυλώνεται, σκύβω, ακαμψία, γέρνω, κάμψη, κάμψης, ...
  • гнучкий στα ελληνικά - εύκαμπτος, ευλύγιστος, πλαδαρός, ευέλικτος, ευέλικτη, ευέλικτο, εύκαμπτο
  • гнучко στα ελληνικά - λίστα, ευκαμψία, ευελιξία, ευελιξίας, την ευελιξία, ελαστικότητα
Τυχαίες λέξεις
Гнутися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γέρνω, σκύβω, καμπυλώνεται, στροφή, καμπύλη, καμπύλης, της καμπύλης, την καμπύλη, καμπύλη που