Година στα ελληνικά
Μετάφραση: година, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καιρός, ώρα, φορά, χρόνος, χρόνο, χρόνου
Μεταφράσεις
- гоготати στα ελληνικά - nicker
- годен στα ελληνικά - διαθέσιμος, μένω, ζωντανός, Gaudens
- година-ходики στα ελληνικά - μισθός, Ώρα, ωρών, Hour, Ρεσεψιόν, Ώρες
- годинний στα ελληνικά - καραούλι, ώρες, ωρών, ώρα, ώρας
Τυχαίες λέξεις
Година στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καιρός, ώρα, φορά, χρόνος, χρόνο, χρόνου
Μεταφράσεις: καιρός, ώρα, φορά, χρόνος, χρόνο, χρόνου