Годинний στα ελληνικά
Μετάφραση: годинний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καραούλι, ώρες, ωρών, ώρα, ώρας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- година στα ελληνικά - καιρός, ώρα, φορά, χρόνος, χρόνο, χρόνου
- година-ходики στα ελληνικά - μισθός, Ώρα, ωρών, Hour, Ρεσεψιόν, Ώρες
- годинник στα ελληνικά - ρολόι, παρακολουθώ, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε
- годинники στα ελληνικά - ρολόι, Παρακολουθήστε, Ρολόι, Δείτε, ρολογιών, Παρατηρητήριο
Τυχαίες λέξεις
Годинний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καραούλι, ώρες, ωρών, ώρα, ώρας
Μεταφράσεις: καραούλι, ώρες, ωρών, ώρα, ώρας