Горе στα ελληνικά

Μετάφραση: горе, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάσανο, οδύνη, θλίψη, φασαρία, πόνος, λύπη, αγωνία, ταλαιπωρία, μπελάς, ατυχία, καημός, ενοχλώ, αλίμονο, θλίψης, ουαί, αλλοίμονο
Горе στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гордовитий στα ελληνικά - αλαζονικός, αλαζόνας, υπερόπτης, υπεροπτικός, υπερήφανος, περήφανος, υπερήφανοι, ...
  • гордовитість στα ελληνικά - αλαζονεία, υπεροψία, έπαρση, αλαζονείας, την αλαζονεία, η αλαζονεία
  • горезвісний στα ελληνικά - περιβόητος, διαβόητος, διαβόητη, περιβόητη, περιβόητο
  • горець στα ελληνικά - ορειβασία, Highlander, ορεσίβιος, ορεινοτουριστών, ορεσίβιο
Τυχαίες λέξεις
Горе στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάσανο, οδύνη, θλίψη, φασαρία, πόνος, λύπη, αγωνία, ταλαιπωρία, μπελάς, ατυχία, καημός, ενοχλώ, αλίμονο, θλίψης, ουαί, αλλοίμονο