Βάσανο στα ουκρανικά

Μετάφραση: βάσανο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
нещасті, зажуру, сум, горі, горе, мука, муку, мучення, муки, страждання
Βάσανο στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βάσανο

βάσανο συνώνυμο, βάσανο στα αγγλικα, στη βάσανο, βάσανο λεξικο, βάσανο συνώνυμα, βάσανο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βάσανο στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βάρκα στα ουκρανικά - шлюпка, човен, лодка
  • βάρος στα ουκρανικά - тягарі, вага, обов'язок, приспів, тягар, вагу, ваги
  • βάση στα ουκρανικά - засновування, база, базя, базис, підвалина, основа, основи, ...
  • βάτος στα ουκρανικά - ковзан, сковзати, ожина, ковзати, ожиновий, коник, скат, ...
Τυχαίες λέξεις
Βάσανο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: нещасті, зажуру, сум, горі, горе, мука, муку, мучення, муки, страждання