Далекий στα ελληνικά
Μετάφραση: далекий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απομακρυσμένος, μακριά, ακραίος, απόμακρος, πολύ, μέτρο, τώρα, στιγμής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- дайте στα ελληνικά - ας, αφήστε, αφήσει, επιτρέψτε, αφήσουμε
- дактилічний στα ελληνικά - δακτυλικός, δακτυλικοί, δακτυλικό, δακτυλικού, δακτυλική
- далеко στα ελληνικά - μακριά, πολύ, μέτρο, τώρα, στιγμής
- далекозорий στα ελληνικά - διορατικός, προνοητικός, πρεσβυώπας, οξυδερκής, οξυκερδής, διορατική
Τυχαίες λέξεις
Далекий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απομακρυσμένος, μακριά, ακραίος, απόμακρος, πολύ, μέτρο, τώρα, στιγμής
Μεταφράσεις: απομακρυσμένος, μακριά, ακραίος, απόμακρος, πολύ, μέτρο, τώρα, στιγμής