Десяток στα ελληνικά

Μετάφραση: десяток, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεκαετία, δέκα, από δέκα, δεκάδα
Десяток στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • десятковий στα ελληνικά - δεκαδικός, δεκαδικά, δεκαδικό, υποδιαστολής, ψηφία
  • десятник στα ελληνικά - γεροχωριάτης, επιστάτης, εργοδηγός, γερών, gaffer
  • десять στα ελληνικά - δέκα, φροντίζω, από δέκα, δεκάδα
  • десяті στα ελληνικά - δέκατα, δεκάδες, δεκάτων, δέκατα για, δεκάδων
Τυχαίες λέξεις
Десяток στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεκαετία, δέκα, από δέκα, δεκάδα