Дипломатичний στα ελληνικά
Μετάφραση: дипломатичний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διπλωματικός, διπλωματικές, διπλωματικών, διπλωματική, διπλωματικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- диплом στα ελληνικά - δίπλωμα, διπλώματος, πτυχίο, πτυχίου, δίπλωμα που
- дипломат στα ελληνικά - διπλωμάτης, διπλωμάτη, διπλωμάτης των
- дипломатія στα ελληνικά - διπλωματία, διπλωματίας, η διπλωματία, τη διπλωματία, της διπλωματίας
- диполь στα ελληνικά - δίπολο, διπόλου, διπολική, δίπολου, διπολικής
Τυχαίες λέξεις
Дипломатичний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διπλωματικός, διπλωματικές, διπλωματικών, διπλωματική, διπλωματικής
Μεταφράσεις: διπλωματικός, διπλωματικές, διπλωματικών, διπλωματική, διπλωματικής