Договір στα ελληνικά
Μετάφραση: договір, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνέλευση, σύμφωνο, ομόνοια, συμβόλαιο, σύμβαση, αρμονία, συμφωνία, προσβάλλομαι, συνέδριο, συστέλλομαι, συνθήκη, σύμβασης, συμβάσεως, συμβάσεων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- догмат στα ελληνικά - δόγμα, δόγματος, το δόγμα, δόγματα
- догматичний στα ελληνικά - θετικός, κατηγορηματικός, δογματικός, δογματική, δογματικές, δογματικό, δογματικής
- договірний στα ελληνικά - συμβατικές, συμβατικών, συμβατική, συμβατικής, συμβατικό
- догоджати στα ελληνικά - παρακαλώ, παρακαλούμε, παρακαλείστε να, παρακαλείστε, παρακαλούμε να
Τυχαίες λέξεις
Договір στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνέλευση, σύμφωνο, ομόνοια, συμβόλαιο, σύμβαση, αρμονία, συμφωνία, προσβάλλομαι, συνέδριο, συστέλλομαι, συνθήκη, σύμβασης, συμβάσεως, συμβάσεων
Μεταφράσεις: συνέλευση, σύμφωνο, ομόνοια, συμβόλαιο, σύμβαση, αρμονία, συμφωνία, προσβάλλομαι, συνέδριο, συστέλλομαι, συνθήκη, σύμβασης, συμβάσεως, συμβάσεων