Дренаж στα ελληνικά
Μετάφραση: дренаж, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στραγγίζω, οχετός, αποχέτευση, αποστράγγισης, αποστράγγιση, αποχέτευσης, παροχέτευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- древній στα ελληνικά - ηλικιωμένος, ηλικίας, αρχαίος, αρχαία, αρχαίας, αρχαίο, αρχαίων
- дрезина στα ελληνικά - αυτοκινητάμαξα, βαγόνι, αυτοκινητάμαξας, αυτοκινηταμαξών, αυτοκινητάμαξα που
- дресирований στα ελληνικά - εκτέλεση, την εκτέλεση, εκτελεί, εκτελούν, που εκτελεί
- дресирувальник στα ελληνικά - προπονητής, εκπαιδευτής, γυμναστής, εκπαιδευτή, προπονητή
Τυχαίες λέξεις
Дренаж στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στραγγίζω, οχετός, αποχέτευση, αποστράγγισης, αποστράγγιση, αποχέτευσης, παροχέτευση
Μεταφράσεις: στραγγίζω, οχετός, αποχέτευση, αποστράγγισης, αποστράγγιση, αποχέτευσης, παροχέτευση