Душити στα ελληνικά
Μετάφραση: душити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνίγω, ασφυκτιώ, φλομώνω, στραγγαλίζω, εμφράκτης, τσοκ, πνίξει, στραγγαλιστικό πηνίο, του τσοκ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- душа στα ελληνικά - ψυχή, ψυχής, την ψυχή, η ψυχή, της ψυχής
- душе στα ελληνικά - O, Ο, Ξ
- душка στα ελληνικά - πάπια, σκύβω, αγαπητός, Αγαπητέ, Αγαπητοί, αγαπητή, Αξιότιμοι
- душку στα ελληνικά - σκύβω, πάπια, Ντούσκου, Dushku
Τυχαίες λέξεις
Душити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνίγω, ασφυκτιώ, φλομώνω, στραγγαλίζω, εμφράκτης, τσοκ, πνίξει, στραγγαλιστικό πηνίο, του τσοκ
Μεταφράσεις: πνίγω, ασφυκτιώ, φλομώνω, στραγγαλίζω, εμφράκτης, τσοκ, πνίξει, στραγγαλιστικό πηνίο, του τσοκ