Дієприкметник στα ελληνικά

Μετάφραση: дієприкметник, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετοχή, μετοχής, μετοχή γραμματικής
Дієприкметник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дієвість στα ελληνικά - αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητας, την αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητά, της αποτελεσματικότητας
  • дієздатність στα ελληνικά - ικανότητα, χωρητικότητα, ικανότητας, χωρητικότητας, δυναμικότητας
  • дієслово-зв'язка στα ελληνικά - ρήμα, ρήματος, verb, το ρήμα, ρημάτων
  • дієта στα ελληνικά - διαιτολόγιο, διατροφή, σύνταγμα, δίαιτα, διατροφής, δίαιτας, τη διατροφή
Τυχαίες λέξεις
Дієприкметник στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετοχή, μετοχής, μετοχή γραμματικής