Екологія στα ελληνικά
Μετάφραση: екологія, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικολογία, οικολογίας, την οικολογία, της οικολογίας, η οικολογία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- еколог στα ελληνικά - οικολόγος, οικολόγο, οικολογικός, ο οικολόγος, οικολόγου
- екологічний στα ελληνικά - οικολογικός, οικολογική, οικολογικών, οικολογικής, οικολογικά
- економ στα ελληνικά - επιστάτης, θαλαμηπόλος, οικονόμος, μανταρίνι, οικονομία, Οικονομίας, οικονομία της, ...
- економити στα ελληνικά - εκτός, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Τυχαίες λέξεις
Екологія στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικολογία, οικολογίας, την οικολογία, της οικολογίας, η οικολογία
Μεταφράσεις: οικολογία, οικολογίας, την οικολογία, της οικολογίας, η οικολογία