Експонат στα ελληνικά

Μετάφραση: експонат, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκθέτω, έκθεμα, παρουσιάζουν, εμφανίζουν, εκθεσιακό, έκθεση
Експонат στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • експліцитний στα ελληνικά - ρητός, κατηγορηματικός, σαφής, ρητή, ρητά, σαφή
  • експозиція στα ελληνικά - έκθεση, εγχειρίδιο λειτουργίας, εγχειρίδιο, εγχειρίδιο λειτουργίας του, έγγραφο στο οποίο εκτίθενται
  • експонати στα ελληνικά - εκθέματα, εκθεμάτων, παρουσιάζει, εμφανίζει, τα εκθέματα
  • експонент στα ελληνικά - εκθέτω, ξεσκεπάζω, εκθέτης, εκθέτη, εκθετών, εκθέτες, του εκθέτη
Τυχαίες λέξεις
Експонат στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκθέτω, έκθεμα, παρουσιάζουν, εμφανίζουν, εκθεσιακό, έκθεση