Жолобок στα ελληνικά

Μετάφραση: жолобок, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυλάκι, εντομή, αυλακώνω, ράβδωση, αύλακα, αυλάκωση, εγκοπή
Жолобок στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • жолобити στα ελληνικά - αρχή, ξεκίνημα, ξεκινώ, αρχίζω, καμπύλη, καμπύλης, της καμπύλης, ...
  • жолобки στα ελληνικά - ραβί, αυλακώσεις, αυλάκια, αύλακες, εγκοπές, αυλακώσεων
  • жолуддя στα ελληνικά - βελανίδι, zholuddya
  • жолудь στα ελληνικά - βελανίδι, Acorn, βελανιδιών, βελανιδιού, βαλανοειδής
Τυχαίες λέξεις
Жолобок στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυλάκι, εντομή, αυλακώνω, ράβδωση, αύλακα, αυλάκωση, εγκοπή