Заварювати στα ελληνικά

Μετάφραση: заварювати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έγχυμα, ετοιμάζω, βρασμού, ρόφημα, μπύρα, παρασκευάζει
Заварювати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • завантажувати στα ελληνικά - Λήψη, κατεβάσετε, Κατεβάστε, λήψης, να κατεβάσετε
  • заварка στα ελληνικά - μαγειρεύω, ποτό, βράσιμο, βράζω, συγκόλληση, συγκόλλησης, συγκολλήσεως, ...
  • завбачення στα ελληνικά - μαντοσύνη, προφητεία, πρόβλεψη, πρόβλεψης, την πρόβλεψη, πρόγνωση
  • завбачливість στα ελληνικά - προνοητικότητα, πρόβλεψη, προβλεπτικότητα, πρόβλεψης, προοπτικών
Τυχαίες λέξεις
Заварювати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έγχυμα, ετοιμάζω, βρασμού, ρόφημα, μπύρα, παρασκευάζει