Завзяття στα ελληνικά
Μετάφραση: завзяття, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επωδός, προθυμία, εμμονή, απέχω, επιμονή, την επιμονή, η επιμονή, επιμονής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- завзятий στα ελληνικά - αγροίκος, επίμονος, ανυποχώρητος, διαρκής, επίμονη, ανθεκτικές, επίμονες, ...
- завзято στα ελληνικά - πεισματικά, πείσμα, επίμονα, με πείσμα
- завзятість στα ελληνικά - εμμονή, απέχω, επωδός, επιμονή, εμμονής, η επιμονή, παραμονή
- завивання στα ελληνικά - ουρλιάζω, ουρλιαχτό, ουρλιάζουν, howl, κραυγή
Τυχαίες λέξεις
Завзяття στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επωδός, προθυμία, εμμονή, απέχω, επιμονή, την επιμονή, η επιμονή, επιμονής
Μεταφράσεις: επωδός, προθυμία, εμμονή, απέχω, επιμονή, την επιμονή, η επιμονή, επιμονής