Компанійський στα ελληνικά
Μετάφραση: компанійський, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύθυμος, αγελαίος, gregarious, αγελαίο, αγελαία, κοινωνικοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- компактність στα ελληνικά - συμπαγές, συμπαγούς, πυκνότητα, το συμπαγές, συμπαγής
- компаньйон στα ελληνικά - σύντροφος, σύντροφο, συντροφιάς, συντροφιά, σύντροφός
- компанія στα ελληνικά - φάρα, φυλή, συνεργασία, εταιρεία, εταιρείας, εταιρία, επιχείρηση, ...
- компанії στα ελληνικά - εταιρεία, Εταιρείας, Εταιρία, Εταιρίας, Company
Τυχαίες λέξεις
Компанійський στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύθυμος, αγελαίος, gregarious, αγελαίο, αγελαία, κοινωνικοί
Μεταφράσεις: εύθυμος, αγελαίος, gregarious, αγελαίο, αγελαία, κοινωνικοί