Лис στα ελληνικά
Μετάφραση: лис, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλεπού, Νοέμβριος, Νοέμ., Νοέμβρης, Νοέμβριο, Νοέμ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- липкий στα ελληνικά - κολλητικός, κολλώδης, κόλλα, επίμονος, ανυποχώρητος, κολλώδη, κολλώδες, ...
- липкість στα ελληνικά - συγκολλητικότητα, συγκολλητικότητας, προσκολλητικότητα, κολλητικότητα, ικανότητα προσκόλλησης
- лисий στα ελληνικά - γύπας, καραφλός, φαλακρός, σέξι, φαλακρό, Bald, φαλακρά, ...
- лисина στα ελληνικά - προσκυνητής, αλωπεκίαση, αλωπεκία, αλωπεκίας, της αλωπεκίας, η αλωπεκία
Τυχαίες λέξεις
Лис στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλεπού, Νοέμβριος, Νοέμ., Νοέμβρης, Νοέμβριο, Νοέμ
Μεταφράσεις: αλεπού, Νοέμβριος, Νοέμ., Νοέμβρης, Νοέμβριο, Νοέμ