Лікоть στα ελληνικά

Μετάφραση: лікоть, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγκώνας, αγκώνα, τον αγκώνα, του αγκώνα, αγκώνων
Лікоть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ліквідувати στα ελληνικά - αποκλείω, εξαλείφω, εξάλειψη, την εξάλειψη, εξαλείψει, εξάλειψη των, εξαλειφθούν
  • ліки στα ελληνικά - ναρκωτικό, θυμάμαι, φάρμακο, ιατρική, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου
  • ліктор στα ελληνικά - καπάκι, σκέπασμα, ρωμαίος ραβδούχος
  • лікувальний στα ελληνικά - επανορθώνω, αποκαθιστώ, θεραπευτικός, θεραπευτική, θεραπευτικές, θεραπευτικό, θεραπευτικών
Τυχαίες λέξεις
Лікоть στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγκώνας, αγκώνα, τον αγκώνα, του αγκώνα, αγκώνων