Літо στα ελληνικά

Μετάφραση: літо, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θερινός, καλοκαίρι, καλοκαιριού, το καλοκαίρι, του καλοκαιριού, καλοκαιρινές
Літо στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • літньою στα ελληνικά - ενήλικας, ενήλικος, καλοκαίρι, καλοκαιριού, το καλοκαίρι, του καλοκαιριού, καλοκαιρινές
  • літній στα ελληνικά - καλοκαίρι, θερινός, ενήλικας, ενήλικος, ηλικιωμένος, ηλικιωμένους, ηλικιωμένων, ...
  • літограф στα ελληνικά - λιθογράφος, χαράκτης και λιθογράφος, λιθογραφείο, και λιθογράφος
  • літографія στα ελληνικά - λιθογραφία, λιθογραφίας, τη λιθογραφία, λιθογραφικό, λιθογραφικές
Τυχαίες λέξεις
Літо στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θερινός, καλοκαίρι, καλοκαιριού, το καλοκαίρι, του καλοκαιριού, καλοκαιρινές