Матінка στα ελληνικά

Μετάφραση: матінка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στιγμή, μητέρα, Η μητέρα, Μητέρας, Μητρική, της Μητέρας
Матінка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • матуся στα ελληνικά - μουρμουρίζω, άνθρωπος, άνδρας, στιγμή, επανδρώνω, μαμά, μητέρα, ...
  • матч-в στα ελληνικά - σε, ταιριάζουν, ταιριάζει, αντιστοιχούν στην, ταιριάζει με, ταιριάζουν με
  • махання στα ελληνικά - κύμα, κύματος, κυμάτων, κύματα, το κύμα
  • махати στα ελληνικά - φτεροκοπώ, κύμα, κύματος, κυμάτων, κύματα, το κύμα
Τυχαίες λέξεις
Матінка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στιγμή, μητέρα, Η μητέρα, Μητέρας, Μητρική, της Μητέρας