Морда στα ελληνικά
Μετάφραση: морда, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντικρίζω, αντιμετωπίζω, κύρος, πρόσωπο, ρύγχος, ρύγχους, snout, το ρύγχος, μουσούδα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- апостоле στα ελληνικά - απόστολος, Αποστόλου, απόστολο, ο Απόστολος, του Αποστόλου
- астрономія στα ελληνικά - αστρονομία, Αστρονομίας, την αστρονομία, της αστρονομίας, Astronomy
- береза στα ελληνικά - σημύδα, σημύδας, σημύδων, η σημύδα, από σημύδα
- збудити στα ελληνικά - συγκίνηση, ενθουσιάσει, ενθουσιάζουν, διεγείρει, συναρπάζουν, διεγείρουν
Τυχαίες λέξεις
Морда στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντικρίζω, αντιμετωπίζω, κύρος, πρόσωπο, ρύγχος, ρύγχους, snout, το ρύγχος, μουσούδα
Μεταφράσεις: αντικρίζω, αντιμετωπίζω, κύρος, πρόσωπο, ρύγχος, ρύγχους, snout, το ρύγχος, μουσούδα