Міністерства στα ελληνικά
Μετάφραση: міністерства, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπουργείο, Υπουργείου, διακονία, του υπουργείου, το υπουργείο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- керівний στα ελληνικά - διαχειριστικός, διακυβέρνηση, διοικητικό, διοικητικού, που διέπουν, που διέπει
- кудкудакання στα ελληνικά - κακαρίζω, σφιγκτήρ, Chuck, τσοκ, σφικτήρα, τσόκ
- лоск στα ελληνικά - λούστρο, εξήγηση, ερμηνεία, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, ...
- ліги στα ελληνικά - διαρρέω, διαρροή, Λιγκ, Λίγκα, Πρωτάθλημα, Συνδέσμου, στην Λίγκα
Τυχαίες λέξεις
Міністерства στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπουργείο, Υπουργείου, διακονία, του υπουργείου, το υπουργείο
Μεταφράσεις: υπουργείο, Υπουργείου, διακονία, του υπουργείου, το υπουργείο