Налагодити στα ελληνικά

Μετάφραση: налагодити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοποθετώ, καθορισμένος, καθιερώσει, δημιουργία, καθιέρωση, καθορίσει, θεσπίσει
Налагодити στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • височінню στα ελληνικά - πανύψηλος, vysochinnyu
  • дискета στα ελληνικά - δισκέτα, δισκέτας, δισκέτες, δισκέττα, σε δισκέτα
  • корабель στα ελληνικά - μονάδα, πλοίο, πλοίου, πλοίων, του πλοίου, πλοία
  • королеви στα ελληνικά - αλλόκοτος, αδερφή, παράξενος, βασίλισσα, Queen, Βασίλισσας, κρεβάτι queen, ...
Τυχαίες λέξεις
Налагодити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοποθετώ, καθορισμένος, καθιερώσει, δημιουργία, καθιέρωση, καθορίσει, θεσπίσει