Народжуватись στα ελληνικά
Μετάφραση: народжуватись, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκολάπτομαι, μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, να γεννηθεί, γεννηθεί, να γεννηθούν, θα γεννηθεί, γεννηθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вібруючий στα ελληνικά - συναρπαστική, συναρπαστικό, συγκλονίζοντας, συναρπαστικές, συγκλονιστικό
- гриф στα ελληνικά - ταστιέρα, ταστιερα, fingerboard, μπράτσο, το μπράτσο
- етнолог στα ελληνικά - εθνολόγος, εθνολόγου, εθνολόγος της, εθνολογικοί, εθνολόγο
- категоричність στα ελληνικά - κατηγορηματικός, κατηγορηματική, κατηγορηματικό, κατηγορική, κατηγορικές
Τυχαίες λέξεις
Народжуватись στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκολάπτομαι, μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, να γεννηθεί, γεννηθεί, να γεννηθούν, θα γεννηθεί, γεννηθούν
Μεταφράσεις: εκκολάπτομαι, μπουκαπόρτα, επωάζω, άνοιγμα, να γεννηθεί, γεννηθεί, να γεννηθούν, θα γεννηθεί, γεννηθούν