Насторожитись στα ελληνικά

Μετάφραση: насторожитись, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτί, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση
Насторожитись στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • виготовляти στα ελληνικά - κατασκευάζω, παράγουν, παραγωγή, την παραγωγή, παράγει, παραχθεί
  • відмовити στα ελληνικά - αποθαρρύνω, απορρίμματα, αρνούνται, αρνηθεί, αρνηθούν, να αρνηθεί
  • забудовник στα ελληνικά - προγραμματιστή, προγραμματιστής, του έργου, έργου, κύριος του έργου
  • красти στα ελληνικά - λάχανο, απάγω, κλέβω, βουτώ, απαγωγέας, κλοπή, κλέψει, ...
Τυχαίες λέξεις
Насторожитись στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτί, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση