Нахилений στα ελληνικά
Μετάφραση: нахилений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χοροπηδώ, γέρνω, κλίνω, πηδώ, αναπηδώ, κλίση, λυγισμένο, λυγισμένα, κάμπτεται, καμφθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аметист στα ελληνικά - αμέθυστος, αμέθυστο, αμέθυστου
- вигнання στα ελληνικά - απέλαση, αποβολή, απέλασης, απομάκρυνσης, εκδίωξη
- друкарство στα ελληνικά - τυπογραφία, τυπογραφίας, την τυπογραφία, τυπογραφια, της τυπογραφίας
- купон στα ελληνικά - κουπόνι, τοκομερίδιο, κουπονιού, τοκομεριδίου, τοκομεριδίων
Τυχαίες λέξεις
Нахилений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χοροπηδώ, γέρνω, κλίνω, πηδώ, αναπηδώ, κλίση, λυγισμένο, λυγισμένα, κάμπτεται, καμφθεί
Μεταφράσεις: χοροπηδώ, γέρνω, κλίνω, πηδώ, αναπηδώ, κλίση, λυγισμένο, λυγισμένα, κάμπτεται, καμφθεί