Незалежний στα ελληνικά
Μετάφραση: незалежний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτόνομος, ανεξάρτητος, ανεξάρτητη, ανεξάρτητο, ανεξάρτητων, ανεξάρτητες
![Незалежний στα ελληνικά Незалежний στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-uk-gr-10933.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- артеріальне στα ελληνικά - αρτηριακός, αρτηριακή, αρτηριακού, αρτηριακό, αρτηριακών
- вушко στα ελληνικά - οφθαλμός, μάτι, αυτί, αυτιού, αυτιών, ωτός, του αυτιού
- дряхлість στα ελληνικά - ερεθίζω, έσχατο γήρας, εξασθένησή, την εξασθένησή, εξασθένηση, εξασθένησης
- маркетинг στα ελληνικά - εμπορία, εμπορίας, μάρκετινγκ, κυκλοφορίας, την εμπορία
Τυχαίες λέξεις
Незалежний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτόνομος, ανεξάρτητος, ανεξάρτητη, ανεξάρτητο, ανεξάρτητων, ανεξάρτητες
Μεταφράσεις: αυτόνομος, ανεξάρτητος, ανεξάρτητη, ανεξάρτητο, ανεξάρτητων, ανεξάρτητες