Незалежний στα ελληνικά

Μετάφραση: незалежний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτόνομος, ανεξάρτητος, ανεξάρτητη, ανεξάρτητο, ανεξάρτητων, ανεξάρτητες
Незалежний στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • артеріальне στα ελληνικά - αρτηριακός, αρτηριακή, αρτηριακού, αρτηριακό, αρτηριακών
  • вушко στα ελληνικά - οφθαλμός, μάτι, αυτί, αυτιού, αυτιών, ωτός, του αυτιού
  • дряхлість στα ελληνικά - ερεθίζω, έσχατο γήρας, εξασθένησή, την εξασθένησή, εξασθένηση, εξασθένησης
  • маркетинг στα ελληνικά - εμπορία, εμπορίας, μάρκετινγκ, κυκλοφορίας, την εμπορία
Τυχαίες λέξεις
Незалежний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτόνομος, ανεξάρτητος, ανεξάρτητη, ανεξάρτητο, ανεξάρτητων, ανεξάρτητες